“Δεν ξέρω τι θέλω, και δε θα ησυχάσω αν δε το αποκτήσω”
(Ανώνυμου Μοναχού)
– Aύριο να πάρεις τα παιδιά, να τα πας να πετάξουν χαρταετό.
– Τι χαρταετό, ρε γιαγιά, είμαι 17 αν δεν το έχεις παρατηρήσει.
– Και τι περιμένεις, να φτάσεις 90 και να πας στον Άγιο Κοσμά να αμολήσεις τις πάνες της ακράτειας?
– Οι χαρταετοί είναι για τα μωρά.
– Ίδιος ο πατέρας σου είσαι, που δεν του αρέσαν οι χαρταετοί.Αλλά θα μεγαλώσεις και θα καταλάβεις. Θα θες να πετάξεις χαρταετό και δε θα μπορείς.
– Εσύ γιαγιά θέλεις να πετάξεις χαρταετό?
– Μα είσαι με τα σωστά σου, 80 χρονώ γυναίκα θα κάθομαι σαν την τρελή με την καλούμπα μέσα στο ψωφόκρυο? Να πάτε εσείς. Αλλά κάπου που να μην έχει καλώδια.
– Δηλαδή πού?
– Να, ας πούμε μπορείτε να πάτε στο χωριό, πάνω από το νεκροταφείο, στον Παληόμυλο, που είναι ήσυχα. Και με την ευκαιρία, με αφήνετε και μένα στην θειά σου τη Γιαννούλα στο Ξυλόκαστρο.
– Γιαγιά, εγώ αύριο έχω κανονίσει. Θα πάμε για μπάλα με τα παιδιά και μετά για σουβλάκια στην Πεύκη.
– Ιίίίί, καθαροδευτέρα σουβλάκια? Αλλά δε φταις εσύ, παιδάκι μου, άλλος φταίει που δεν κάθεται να σου εξηγήσει πέντε πράγματα. Ασε μην ανοίξω το στόμα μου. Και δηλαδή για να καταλάβω. Θα πάτε σε αυτόν τον βρωμύλο στην Πίνδου? Να σου πω εγώ μια ιδέα? Δε τους φέρνεις τους φίλους από δω, να σας φτιάξω εγώ ζνίτσελ με πατατούλες?
– Ρε μάνα, εσύ τώρα δεν του είπες ότι είναι καθαροδευτέρα?
– Από το να φάνε κινέζικο σκύλο στην Πεύκη – απορώ δηλαδή πώς τους αφήνεις, η Κική στον τρίτο που έφαγε έπαθε σαλμονέλα, τη θυμάσαι την Κική, που έχει η κόρη της το φαρμακείο στην Ελαιών, μια κοντή χονδρούλα που μου κάνει και το εμβόλιο της γρίπης, αυτή – από το να φάνε τα ληγμένα τα κρέατα, καλύτερα να έρθουν εδώ, στη γιαγιά τους.
– Γιαγιά, μπορείς να μας φτιάξεις παστίτσιο?
– Παστίτσιο θέλει ο πασάκας μου? Ότι λαχταράει η ψυχούλα σας.Ορίστε, το παιδί. Έχει μυαλό. Όχι σαν και σένα. Θα έρθει με τους φίλους του στη γιαγιά του, να φάει σαν άνθρωπος. Μήπως να σας ετοιμάσω και ένα σπετζοφάι, που σου αρέσει? Να μου πεις μόνο ποιοί θάσαστε, να ξέρω να υπολογίσω μερίδες.
– Θάμαστε καμιά δεκαριά. Δε τους ξέρεις.
– Δε πειράζει. Θα τους γνωρίσω. Είδες τι κοινωνικός είναι ο μικρός? Σαν και μένα. Ολο με φίλους και παρέες. Με συγχωρείς, σου μιλάω, μπορείς να μην παίζεις με τα άιφο να συνεννοηθούμε ένα λεπτό?
– Δε παίζω ρε γιαγιά. Μιλάμε στο μέσεντζερ με τον Αρίστο. Λέει μήπως μας πάει ο μπαμπάς του αύριο στην Πάρνηθα να πετάξουμε αητό.
– Καλά, παιδάκι μου, τρελάθηκες? Τώρα δε μου είπες ότι θα πάτε για μπάλα?
– Τώρα λέμε μήπως πετάξουμε χαρταετό.
– Χαρταετό? 17 χρονών μαντράχαλος, θα τρέχετε στα βουνά να πετάξετε αετό? Τι είσαι? Κανένα παιδάκι του Δημοτικού? Άσε που είπε ότι από το μεσημέρι χαλάει ο καιρός. Βροχές, καταιγίδες, αστραπές, αν δε με πιστεύεις, άκου το βράδυ τη Σούζη. Και ξέρεις. Η Πάρνηθα είναι γεμάτη δέντρα και καλώδια. Θα πάθετε καμιά ηλεκτροπληξία και θα τρέχουμε.
-Κάτσε ρε γιαγιά ένα λεπτό, συνεννοούμαστε.
– Καλά αυτός, είναι μικρός. Εσύ δε μιλάς? Δε του λες μια κουβέντα? Πού θα πάνε να πετάξουνε χαρταετό με αυτόν τον χαλασμό? Εσύ σαν πατέρας, θα είσαι είσαι ήσυχος που θα ξέρεις ότι τρέχει ο γιός σου μέσα στα φαράγγια κάτω από τα καλώδια και θα πετάει αητούς? Όχι, αν είμαι παράλογη, πες το μου. Πες, μάνα είσαι παράλογη. Κι αυτός ο Αρίστος ποιός είναι? Ο μπαμπάς του τι δουλειά κάνει?
– Αστυνομικός.
– Ωραία. Κι αν αυτός – λέω αν – είχε υπηρεσία το προηγούμενο βράδυ και είναι άυπνος, λέω τώρα, αν, και τον πάρει ο ύπνος στα στροφιλίκια σε αυτό το παλιοβούνι, εσύ πού το ξέρεις? Θα το αφήσεις το παιδί να πάει να γκρεμοτσακιστεί για έναν κωλοαητό? Δεν ξέρεις να του λες όχι?
– Γιαγιά άκυρο. Τελικά κανονίσαμε με τον Άγγελο να πάμε αύριο για μπάσκετ στο Φάληρο και θα φάμε μετά στους γονείς του στην Καλλιθέα. Φεύγω τώρα, γιατί κανονίσαμε για σήμερα μπάλα στην Πεύκη. Γειά γιαγιά. Γειά μπαμπά.
– Ορίστε. Έφυγε. Εμ, βέβαια. Αφού δε του λες και εσύ μια κουβέντα, σαν πατέρας. Δεν είπα να γκρινιάξεις. Να πεις μια κουβέντα, αυτό είπα. Ορίστε τώρα. Τι κατάφερες? Το τρέλανες το παιδί και σηκώθηκε κι έφυγε.Τέλος πάντων. Να σου πω μια ιδέα? Δε ρωτάς τη μικρή, μήπως θέλει να μας πας αύριο στο Ξυλόκαστρο, να πετάξουμε χαρταετό?”
ΥΓ.1 Η ζωγραφιά: Ο Χαρταετός. Του αδερφού Βασίλης Γιοκουσκουμτζόγλου . Που κάθε του ζωγραφιά είναι τραγούδι και ιστορία από μόνη της.
ΥΓ. 2 Μουσική υπόκρουση
Leave a Reply