Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ, ΟΙ ΣΑΡΔΕΛΕΣ & ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ

“Accidents don’t happen to people who take accidents as a personal insult”

The Godfather

Αν στο γιατρό η συχνότερη εισαγωγική ερώτηση είναι το “Γιατρέ θα πονέσω?”, στον δικηγόρο το αντίστοιχο introductory line είθισται να είναι το: “Πραγματικά, δεν ξέρω από πού να αρχίσω”.

Είναι η στιγμή που ο πελάτης σε κοιτάει με εκείνα τα τεράστια σκυλίσια μάτια, περιμένοντας ικετευτικά να πάρεις τηλέφωνο για να ακυρώσεις τον απογευματινό οδοντίατρο, το μάζεμα του παιδιού από το μπαλέτο, το βραδινό φαγητό με τους φίλους, τις καλοκαιρινές διακοπές στην Πάρο, το χριστουγεννιάτικο τριήμερο στο Καρπενήσι, να υποβάλεις αίτηση διαζυγίου από τη γυναίκα σου και, απερίσπαστος πια, να αφιερώσεις το υπόλοιπο του βίου σου στην ακρόαση της υπόθεσής του.

Έτσι και εμείς με το Δάσκαλο, στην πρώιμη δικηγορία των mid 90’s, βρεθήκαμε μπροστά στον μπαρμπα-Κώστα, πρόεδρο σωματείου Αλιέων, στο πίσω δωμάτιο ενός καφενέ στα Λεμονάδικα, για μια υπόθεση του “μάλλον περιβαλλοντικής φύσεως”, όπως με ενημέρωσε ο Δάσκαλος.

Κουλός ο μπαρμπα Κώστας από τόνα χέρι – από δυναμίτη – έστριβε με το άλλο τα μονόφυλλα κορδέλα με ταχύτητα λούκι λουκ και μας κοίταζε εξεταστικά μέσα από ένα ζευγάρι χοντρά γυαλιά ηλίου-μυωπίας-διαστημικής παρατήρησης.

“Είναι μεγάλη ιστορία, μάγκες, δε ξέρω από πού να αρχίσω”, μουρμούρισε ο μπαρμπα-Κώστας και εγώ κοίταξα το Δάσκαλο, ο Δάσκαλος τον μπαρμπα-Κώστα, ο μπαρμπα-Κώστας το μονόφυλλο και το μονόφυλλο εμένα, που ήμουνα ο επόμενος στη γύρα. Ο Δάσκαλος τσίμπησε και έκανε πρώτος το λάθος:
“Πιάστο από την αρχή, μπαρμπα-Κώστα, δε βιαζόμαστε”.

“Πρέπει να ήτανε το εβδομήντα τρίο… όχι το εβδομήντα τρίο… το εβδομήντα τέσσερο – γιατί είχε γεννηθεί η Ελενίτσα – ναι, το εβδομήντα τέσσερο ήτανε, το Πάσχα, ναι…., όχι, όχι, όχι Πάσχα, χειμώνας ήταν, γιατί φορούσα θυμάμαι ένα αμπέχωνο του ναυτικού, ακόμα το έχω…. ναι χειμώνας…. Χριστούγεννα….., όχι Χριστούγεννα, γιατί δεν είχα στολίσει τη βάρκα…”

Έριξα μια ματιά στο Δάσκαλο και μπορούσα άνετα να μας φανταστώ, τρεις δεκαετίες μετά, στον ίδιο καφενέ ραμολιμέντα, με το φάντασμα του μπαρμπα-Κώστα, στην αρχή ακόμα της ιστορίας του, να συνεχίζει απτόητο τον χρονο-εντοπισμό, “Παρασκευή ήτανε….., όχι Παρασκευή, γιατί Παρασκευή είχα πάει να σφάξω τον μπάρμπα-Ντίνο κι έπρεπε να κάνω και μπάνιο μετά.., Σάββατο ήτανε..”.

Τρεις ώρες και έξι μονόφυλλα αργότερα, ο μπαρμπα-Κώστας πλησίαζε απειλητικά στην ουσία του θέματος. Υπόθεση Ντρέιφους δεν την έλεγες. Είχε φέρει ο μπάρμπα-Κώστας κάτι λαθραία από Τουρκία, ψιλοπράματα, αλλά τονε μαγκώσανε στη Μυτιλήνη, μάλλον από καρφωτή. Έφαγε τρία χρόνια, πες πέντε με κάτι καταδίκες παλιές, βγήκε στα 2 κύριος, “τακτοποίησε” το καρφί, “όμορφες δουλειές, καθαρές, προσεγμένες, α, εγώ είμαι της παλιάς σχολής” μας ενημέρωσε ο μπαρμπα-Κώστας (πες το έτσι, μπαρμπα-Κώστα, γιατί ανησυχήσαμε), το έριξε στο ψάρεμα, τον πιάσανε μετά για δυναμίτες, τον αφήσανε, πάντρεψε και την Ελενίτσα στα 18 της με ένα καλό παιδί, εμποράκι στην κεντρική αγορά, όλα καλά. Τα τελευταία τρία χρόνια, εκτός από το αριστερό του χέρι, είχε κόψει και τις κακές συνήθειες, “περιπατούσε κρούσταλλο μέσα στον Περαία”, έγινε και πρόεδρος στο Σωματείο, και ποιός τον πιάνει τον μπαρμπα-Κώστα τον λεβέντη, τον κουλοχέρη, τον καραμπουζουκλή.

Μέχρι που έπεσε νέα καρφωτή – “από κάποιο κωλόπαιδο στο σωματείο” – ότι διακινεί νάρκα, βγήκε ένταλμα και ψάξανε το σπίτι του, ειδοποιημένος αυτός πρόλαβε και τη φευγάτισε στης αδερφής του στα Μανιάτικα, μπουκάρανε στο σπίτι, ήταν όλα καθαρισμένα λαμπίκο, πλην όμως… Πλην όμως, ο μπαρμπα-Κώστας είχε ξεχάσει ένα παλιό Μακάροφ εννιάρι σε ένα μπαούλο “μια μαλακία και μισή, δε δούλευε, το αγόρασα από έναν Αιγύπτιο στον Άγιο Διονύσιο”, το οποίο όμως εννιάρι είχε χρησιμοποιηθεί σε ληστεία στην Γενική Τράπεζα λίγα χρόνια πριν και τώρα τον καταζητούσαν τον μπαρμπα-Κώστα για ένοπλη ληστεία μετά φόνου, σύσταση και συμμορία και τρέχα-γύρευε.

“Και μπαίνω τώρα στην ουσία του θέματος, μάγκες”, μας προειδοποίησε ο μπαρμπας, “και η ουσία είναι μία. Στο καταστατικό του Σωματείου, στο άρθρο 9…., όχι στο 9, στο…”. Πριν αρχίσει ο αρθρο-εντοπισμός, τον πρόλαβε ο Δάσκαλος “εν πάση περιπτώσει, θα το βρούμε το άρθρο, συνέχισε κυρ-Κώστα”.
“Έλεγα λοιπόν, ότι στο καταστατικό – μπορεί στο άρθρο 9 – λέει ότι “Πρόεδρος του Σωματείου δεν μπορεί να είναι κάποιος που βρίσκεται στη φυλακή, ή που έχει εκδοθεί εναντίον του ένταλμα σύλληψης.”. Κατάλαβες τώρα. Το κωλόπαιδο θέλει να με φάει από Πρόεδρο, αυτό είναι. Και εγώ τέτοιο ρεντίκολο δεν το καταπίνω. Πρόεδρος είμαι και πρόεδρος θα μείνω. Γιαυτό σας φώναξα εδώ. Να μου βρείτε λύση”.

Αν ο μπαρμπα-Κώστας είχε πάνω του όλον σχεδόν τον Ποινικό Κώδικα – εκτός ίσως από την απατηλή επίτευξη συνουσίας (άρθρο 341 ΠΚ), κυρίως λόγω άγνοιας του τύπου του αδικήματος – η μόνη του κάψα ήτανε μήπως και χάσει το προεδριλίκι. Τον διαβεβαιώσαμε ότι θα μελετούσαμε το θέμα του και θα επανερχόμασταν το συντομότερο. Φύγαμε με ένα αντίγραφο καταστατικού με περισσότερα ορθογραφικά από άρθρα, ένα τελάρο σαρδέλες Σαρωνικού και τα μάτια όλων πάνω μας μέσα στον ηλεκτρικό, ανεβαίνοντας από Πειραιά Μαρούσι, αγκαζέ με τους ιχθείς.

Επανήλθαμε δύο μέρες μετά, στον γνωστό πιά καφενέ, με ντοσιέ δικογραφίας γυαλιστερού χρώματος μπλε-ρουά, που έγραφε επάνω “Μπάρμπα-Κώστας”. Ο Δάσκαλος μπήκε κατευθείαν στο θέμα. “Η λύση μπαρμπα-Κώστα είναι μία. Να καταργηθεί το άρθρο 10, αυτό που εσύ το λες 9, για το ασυμβίβαστο του Προέδρου. Για να τροποποιηθεί το καταστατικό, σύμφωνα με το άρθρο 5, χρειάζεται απόφαση γενικής συνέλευσης. Η απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία 2/3. Τα μέλη είναι 30. Χρειαζόμαστε 20. Τους έχουμε?”.

Ο μπάρμπας σιγοκατάπιε ένα μπινελίκι και άρχιζε να σκαλίζει σε ένα τετράδιο. “Ο κυρ-Σταμάτης ναι, ο καπετάν Ζαφείρης στάνταρ, ο κουτσογιάννης αλίμονο..”. Η ανάλυση ψήφων έδωσε 19 σιγουράκια, 2 αμφίβολους έως αρνητικούς και “9 τσογλάνια, τσιράκια του κωλόπαιδου”. Ξανά από την αρχή η άσκηση. Οι 19 παραμένανε 19, σε πείσμα των προεδρικών βλέψεων του μπαρμπα-Κώστα. Μονόφυλλο. Εγειρε πίσω ο μπάρμπας και ρούφαγε τον καπνό σαν ηλεκτρική σκούπα. Σε μια στιγμή, έσκυψε απότομα μπροστά και ρώτησε:
“Και δε μου λέτε, ρε λεβέντες, αν – αν λέω – δεν είμασταν 30, αλλά είμασταν λιγότεροι, 29 ας πούμε, οι 19 θα μας φτάνανε?”
Μετά από πράξεις 10 λεπτών πάνω στο χάρτινο τραπεζομάντηλο, όπου αποδείχτηκε ότι καλώς γίναμε δικηγόροι και όχι μαθηματικοί, η απάντηση ήταν καταφατική. 19 μας φτάνανε.
Ο μπαρμπα-Κώστας άρχισε να γελάει σα Βύρων Πάλλης, που μόλις απέλυσε τον τίμιο αλλά άτυχο σωφέρ του, με την άρρωστη μάνα, την μαγαρισμένη αδερφή και τον παράλυτο σκύλο.
“Αφού πρέπει να είμαστε 29, θα είμαστε 29, πάει και τέλειωσε, κόντρα στους αριθμούς δε μπορούμε να πάμε, δε γίνεται”. Ο μπαρμπα-Κώστας, με το πρόσωπο να λάμπει, μας πήρε αγκαλιά, μας σάλιωσε, μας γνώρισε σε όλους τους φίλους του στον καφενέ, μας συνέστησε ως “οι καλύτεροι δικολάβοι του Περαία”, μας τάισε σαρδέλες, μας πότισε, μας έπαιξε μπαγλαμά και φύγαμε από τον καφενέ θριαμβευτές, ως Έριν Μπρόκοβιτς των Λεμονάδικων, που μόλις έχουνε βάλει λουκέτο στην Πασίφικ Γκας.
Στον ηλεκτρικό μέσα ρώτησα το Δάσκαλο
-Πώς μπορεί να γίνουν 29, Δάσκαλε, αφού είναι 30?
-Πόσα χέρια έχουν Γιώργο μου οι άνθρωποι?
-Δύο, Δάσκαλε.
-Και τότε, πώς μπορεί ο μπαρμπα-Κώστας να έχει μόνο ένα?
-Φαντάζομαι ότι είχε ένα ατύχημα.
Κοιτάχτηκαμε με το Δάσκαλο σιωπηλοί και κατεβήκαμε από το τρένο.
Ο Δάσκαλος μονολόγησε “κόντρα στους αριθμούς δεν μπορουμε να πάμε”, και απο εκείνο το βράδυ, δεν ξαναείδαμε τον μπαρμπα-Κώστα, δεν ξανακατεβήκαμε στα Λεμονάδικα, ούτε και ξαναφάγαμε ποτέ σαρδέλες.

*H ζωγραφιά: Ο μπαρμπα-Κώστας, Πρόεδρος του Σωματείου Αλιέων, με περιβολή ακροατηρίου. Δια μαγικού χειρός του αγαπημένου Βασίλη Γιουκουσκουμτζόλγου

** Μουσική Υπόκρουση:

.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: