Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ, Η ΚΑΤΑΡΙΝΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΩ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΣ

“I don’t paint dreams or nightmares, I paint my own reality.”
Frida Kahlo

– Μην κουνιέστε.

– Εσείς με κουνάτε.

– Καθίστε ήσυχα, αλλιώς φοβάμαι ότι θα πονέσετε.

– Κι εγώ αυτό φοβάμαι.

Ο Ευάγγελος, ιστορικό στέλεχος στο Σκλαβενίτη και νυν Προϊστάμενος Λαχανικών στο Μασούτη, σιχαινόταν από μικρός τον οδοντίατρο. Και δεν θα είχε καταλήξει ποτέ σε αυτή την ανακλινόμενη καρέκλα του μαρτυρίου, αν δεν τον είχε πείσει ο οξύς και παρατεταμένος πόνος, η αδυναμία μάσησης παϊδακίων καθώς και οι προτροπές (διαταγές ουσιαστικά) της Λίας, της όμορφης και μάλλον αυταρχικής αδερφής του.

– Ξεπλύντε, διέταξε η οδοντίατρος Καταρίνα.

– Γιαβόλ, ψιθύρισε αυτός.

Αυτή η οδοντίατρος είχε, ομολογουμένως, τον τρόπο της. Παιδική φίλη της μονάκριβης αδερφής του, είχαν σπουδάσει μαζί στην Χαϊδελβέργη, όπου μοιράζονταν το ίδιο raum στους γυναικείους κοιτώνες του τοπικού φοιτητικού στρατοπέδου. Διαθέτοντας και οι δύο ανήσυχο πνεύμα και έχοντας γαλουχηθεί με τις ίδιες φιλελεύθερες αξίες (Arbeit macht frei), η Καταρίνα και η Λία αποτελούσαν ουσιαστικά το ίδιο πρόσωπο σε άλλο σώμα. Ο Ευάγγελος, έμπειρος γυναικοκατακτητής και γεροντοπαλίκαρο καριέρας, είχε εξαρχής εντοπίσει τόσο την ομοιότητα, όσο όμως και τη διαφορά.

Καθώς η Καταρίνα έσκυβε μπροστά να του διορθώσει λίγο την πετσέτα, που κρεμόταν σαν ταμπέλα μήλων Τριπόλεως από τον δύστυχο λαιμό του, με μια έξυπνη κίνηση, δάγκωσε με δύναμη τον σαλιορουφηχτή με τα μπροστινά του δόντια («τα καλά του», όπως τα αποκαλούσε), τον αποσύνδεσε από την παροχή, και τον έστειλε με χειρουργική ακρίβεια για μια γλυκιά κατάδυση στην χαράδρα της ευτυχίας. Η Καταρίνα ένιωσε το ξένο σαλιωμένο αντικείμενο να στριμώχνεται ανάμεσα στα έκπληκτα στήθη της και προσπάθησε με μανία να το αφαιρέσει.

– Αφήστε, θα σας βοηθήσω εγώ.

Χωρίς φυσικά να περιμένει έγγραφη έγκριση, βύθισε κατευθείαν το ενθουσιώδες μαλλιαρό του χέρι μέσα στην μπλούζα της ξαναμμένης οδοντιάτρου.

– Κάτι πιάνω εδώ, αποφάνθηκε θριαμβευτικά ο Ευάγγελος.

– Αυτό που πιάνετε δεν είναι η σαλιάρα.

– Τι μου λέτε… Και μου φάνηκε τόσο σκληρό…., την κοπλιμεντάρισε έξυπνα ο Ευάγγελος, συνεχίζοντας την έρευνά του.

Η ανυποψίαστη οδοντίατρος είχε αρχίσει να κορώνει. Το γούνινο χέρι του Ευάγγελου, που ψαχούλευε με μανία στο μπούστο της, της θύμισε φευγαλέα το γέρικο αλλά σίγουρο χέρι του λατρεμένου καθηγητού της, χειρούργου εμφυτευματολόγου, Ούντο Φον Μπάουερσταιν, ο οποίος αρεσκόταν σε τέτοιου είδους διασκεδαστικές αναζητήσεις κατά την διάρκεια των ιδιαιτέρων μαθημάτων που της παρέδιδε στο υπόγειο οδοντιατρείο του στο Ulm.

– Ja, ja, (ΣτΜ: ναι, ναι), μουγγάνισε η γερμανοτραφής οδοντιατρική οδαλίσκη, καβαλώντας τον Ευάγγελο με την χάρη και την σβελτάδα που ο Λούκυ Λουκ καβαλάει την Ντόλυ.

– Ja, ja, (ΣτΜ: ναι, ναι), επανέλαβε κι ο Ευάγγελος, με την ίδια γαλατική ευγένεια που θα αντιμετώπιζε μια δύστροπη ηλικιωμένη που θα ζητούσε επίμονα κάρτα αλλαγής για τα φασολάκια.

– Schneller, schneller! (ΣτΜ: πιο γρήγορα, πιο γρήγορα) διέταξε η γιατρός.

– Ja, ja, (ΣτΜ: ναι, ναι), ξανάπε σαν Φόρεστ Γκαμπ ο Ευάγγελος, που το schneller ούτε το ήξερε, ούτε και να το προφέρει μπορούσε, μπουκωμένος με τα βαμβάκια στο στόμα.

Ήταν σαφές ότι η Καταρίνα έκανε πλέον ότι ήθελε στο γήπεδο. Ο Ευάγγελος, παγιδευμένος στην μεσαιωνική καρέκλα, δεχόταν παθητικά τα βίτσια της οργανωμένης οδοντιάτρου, καθώς εκείνη είχε πάρει τον τροχό και τρόχιζε στα τυφλά τα μπροστινά δόντια του Ευάγγελου («τα καλά του»), ανεβοκατεβαίνοντας με μανία πάνω στο αιφνιδιασμένο μόριο του δοκιμαζόμενου ιδιωτικού υπαλλήλου, σε μια φιλότιμη προσπάθειά της να συνδυάσει την εργασία με την απόλαυση.

– Du magst das, nein? (σου αρέσει αυτό, έτσι?)

– Και νάιν και τεν και εκατό και όσα θες θα σου δώσω, αρκεί να σταματήσεις τον τροχό, ούρλιαξε ο ημιγλωσσομαθής Ευάγγελος, κλείνοντας τα μάτια από τον πόνο.

– Nein? (ΣτΜ: Όχι?)

– Νάιν, νάιν. Όσα θέλετε δεσποινίς μου! Νάιν, νάιν, νάιν!

Ένιωθε μια συνεχή πίεση στο στέρνο. Άνοιξε τα μάτια, ουρλιάζοντας ακόμα:

– Νάιν, νάιν.

– Τρελάθηκες, χριστιανέ μου?

Βρισκόταν και πάλι στο αγαπημένο του δωμάτιο, στο κρεβάτι του, με την Λία από πάνω του να τον ταρακουνάει και να τον κοιτάζει απαξιωτικά. Έριξε μια γρήγορη ματιά τριγύρω για να βεβαιωθεί ότι έφυγε η γιατρός και έβαλε εξεταστικά  το δάχτυλό του στα μπροστινά του δόντια, για να σιγουρευτεί ότι ήταν στη θέση τους.

– Άντε σήκω. Έχεις οδοντίατρο σε μισή ώρα, του υπενθύμισε η στοργική αδερφή.

– Νάιν, νάιν, επανέλαβε για τελευταία φορά ο Ευάγγελος και γύρισε οριστικά πλευρό.

* H ζωγραφιά: Σύμπλεγμα τραγικόν και φρικαλέον Ευαγγέλου και οδοντογιατρέσσας. Μολύβι,παστελ ακρυλικά, σε Α4 πολυτελείας. Δια χειρός του αγαπημένου Βασίλη Γιοκουσκουμτζόγλου

** Μουσική Υπόκρουση: Georgia Satellites – Keep your hands to yourself

4 thoughts on “Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ, Η ΚΑΤΑΡΙΝΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΩ ΠΡΟΓΟΜΦΙΟΣ

Add yours

Leave a Reply to vonlevantis Cancel reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: