Έκθεση με θέμα “Η μέρα της γυναίκας”

Την ημέρα της γυναίκας πέρασα πολύ ωραία- στην αρχή εκεί που περίμενα στην καντίνα να πάρω καφέ όπως κάθε πρωί ήρθαν διάφοροι άντρες, όλοι τους κοντοί και άσχημοι, τυχαίο ίσως, και μου είπαν χρόνια πολλά- στην αρχή δεν κατάλαβα, της αγίας νόρας είναι άλλη μέρα, γενέθλια είχα την προηγούμενη εβδομάδα, λέω θα φταίει που δεν έχω πιει ακόμα δεύτερο καφέ κι είναι όλα θολά, αλλά γρήγορα κατάλαβα πως δεν έφταιγε αυτό, αχ τι καλά, είναι η μέρα της γυναίκας σήμερα, γουάου, κι αυτό αλλάζει πολύ τη μέρα γιατί έχει άλλη χάρη το πρωινό όταν έρχεται ο φαλακρούλης μαλάκας που κύρια αποστολή του έχει να σου πρήζει τα ούμπαλα όταν τον στέλνεις μάρτυρα στο δικαστήριο και τη μια δεν μπορεί την άλλη ο κώλος του πονεί και σήμερα φανερά θέλει να σε καλοπιάσει ευχόμενος σκέτες γλοιώδεις μαλακίες με ένα χαμόγελο μεγαλύτερο από τη φαλάκρα του, τουλάχιστον κατάλαβες γιατί λέει χρόνια πολλά, κάτι είναι κι αυτό, και παίρνεις τον καφέ σου κι ανεβαίνεις στο γραφειάκι σου, άλλη χάρη έχει το δωματιάκι μέρα πού’ναι, και λίγο μετά σκάει μύτη μια ομορφούλα δίμετρη με κοντή φούστα και χρονολογία γέννησης που έχει το 2 μπροστά η σιχαμένη, που κρατάει ένα κουτί ίσαμε δυο φορές το μπούστο της -που μικρό δεν το λες- και σου λέει με νιαουριστή φωνή ‘σας φέραμε ένα δωράκι για την ημέρα σήμερα’, εσύ σκέφτεσαι τον τσιφόρο που θα’λεγε ‘ένεκα της ημέρας’ αλλά δεν της το λες, φέρνει την κουτάρα μπροστά στα μούτρα σου, και το μπούστο δηλαδή φέρνει αλλά αυτό εσένα δε σε νοιάζει, και μέσα έχει πάρα πολλά στρογγυλά κεκάκια με γλάσο από πάνω, άσπρο γλάσο και πάνω του ένας φιόγκος φτιαγμένος με μωβ γλάσο και παίρνεις ένα από ευγένεια χαμογελώντας γιατί σιγά μη φας αυτή την αηδία, φεύγει το κοριτσάκι, ανοίγεις το ρημαδοπισί μπας και δουλέψεις λίγο, το καπκέικ σου γνέφει περιπαιχτικά, το κάνεις παραδίπλα, δε θα μας κουνηθεί δα το στρογγυλό ξέρασμα, ανοίγεις τα μέιλ σου, 182 αδιάβαστα, ολογράφως εκατόν ογδόντα δύο, τι στο διάτανο, πριν δυο ώρες ήταν τρία, κι αρχίζεις και κοιτάς, με τη σειρά βλέπεις αποστολέα τον χόντο, το σουζ ντοτ τζι αρ, το άττικα δε ντιπάρτμεντ στορ, το άσος ντοτ κομ, τα κλαρκς, το πάουλαςτσόις, τον πατίστα στην ομόνοια και το μινιόν των παιδικών χριστουγέννων, όλα με υπερπρωτότυπους τίτλους ‘μόνο για σήμερα -18,75% στη συλλογή μας’, ‘γιατί είσαι γυναίκα και αξίζει τον κόπο’, ‘σελεμπρέιτ δε σπέσιαλ ντέι γουίδ ας’, εδώ θα την πω την αμαρτία μου, τα έσβησα όλα με τη μια εκτός από την πάουλας τσόις, γιατί μεγαλοκοπέλες είμαστε, κομμάτακι ρετινόλη και υαλουρονικό το θέλει η μούρη, είκοσι τοις εκατό έκπτωση είχε, γέμισα το βίρτσουαλ καλαθάκι και τ’άφησα στην άκρη να κάθεται, ως την κυριακή είναι η προσφορά, κι αφού καθάρισα το ίνμποξ από αυτές τις ωραιότατες προσφορές άρχισα και να δουλεύω λίγο παρότι το είχα ήδη φιλοσοφήσει, αφού γιορτάζουμε ας πάρουμε και μια από τη σημαία, πιο έξυπνοι είναι στο δημόσιο που μου έλεγε τις προάλλες η φίλη μου πως την ημέρα της γιορτής τους δεν πάνε στο γραφείο;, αλλά μετά θυμήθηκα πως εγώ δε δουλεύω στο δημόσιο γαμώ το κεφάλι μου και τις επιλογές μου μέσα κι έτσι άρχισα να φτιάχνω μια σύμβαση, κουκλάκι σκέτο, με τις ωραίες της γραμματοσειρές, τα αφενός, τα αφετέρου και τα αμοιβαία της, είχα ένα χαμόγελο να με το συμπάθειο και μετά χτύπησε το τηλέφωνο κι ήταν το χριστινάκι από την άλλη άκρη του διαδρόμου να μου πει ‘αρχίζει η εκδήλωση στο αμφιθέατρο και μας είπαν ότι πρέπει να πάμε’, φτου και το’χα ξεχάσει, έριξα πάνω μου το πλεχτό ρομπάκι που έχω καβάτζα στην καρέκλα του γραφείου να μαζεύει σκόνη και να χουχουλιάζει τους γεροντικούς μου ώμους κάτι μέρες που ξεγελιέμαι και φοράω κοντομάνικα πριν ζεστάνει ο καιρός, καλή ώρα σαν και σήμερα, πήρα κι ένα μπουκαλάκι νερό μην κορακιάσω και πήγα στο αμφιθέατρο που η σ’ευχαριστώ-ω-εταιρία διοργάνωνε ιβέντ για την ημέρα κι είχε ολόκληρες συστάδες από μωβ μπαλόνια παντού, σα νά΄κανε παιδικό πάρτυ η μεγάλη παρασκευή ένα πράγμα, ήταν κόσμος πολύς, όλες γυναίκες και δυο τρεις άντρες που δεν κατάλαβα τι έκαναν εκεί, κι είχαν βάλει την ψύξη αντί για θέρμανση -σωτήριο το ρομπάκι εδώ- κι ήρθε ένα παλικάρι, κοντός ήταν να πω την αλήθεια, που μας ρώτησε αν έχουμε ξαναδεί σταντ απ κόμεντυ, μπα, κι άρχισε να μιλάει δυνατά και να κάνει κάτι σαν αστεία, μας είπε για τη μάνα του που αν δεν τον πάρει αυτή τηλέφωνο την παίρνει αυτός και της κάνει παράπονα και για τη γυναίκα του που τον τύλιξε ενώ αυτός νόμιζε πως είχε το πάνω χέρι και για το πόσο είμαστε πάντα μα πάντα πάρα πολύ όμορφες οι γυναίκες, ακόμα και την ώρα που ξυπνάμε -εκεί αναρωτήθηκα τι πίνει και δε μας δίνει- ενώ οι άντρες είναι τριχωτοί και ρεύονται και κλάνουν και χα χα χα το ακροατήριο και μετά χειροκροτούσαν όλοι κι εγώ βρήκα ευκαιρία και την κοπάνησα διακριτικά γιατί με είχε κόψει μαύρη πείνα και ξαναπήγα στην καντίνα και μου ξαναείπαν χρόνια πολλά, έφαγα δυο μπιφτεκάκια και μια σαλάτα, χάλια ήταν, συνέχισα να δουλεύω και μετά έφυγα τρέχοντας και πήγα στην πεθερά μου να πάρω τα παιδιά, γιατί αν δε γιορτάσεις τη μέρα της γυναίκας με λίγη πεθερούλα, με ποιον θα τη γιορτάσεις και αυτή γκρίνιαξε λίγο γιατί λέει η μεγάλη ήταν μουτρού σήμερα, ε, δε θα ήξερε ότι γιορτάζουμε και μετά πήγα τη μουτρού να κάνει λέιζερ στο μουστάκι γιατί δεν πήρε από το σόι μου αλλά από το άλλο σόι, το τριχωτό, και μετά γυρίσαμε στο σπίτι κι έβγαλα το κοτόπουλο να ξεπαγώσει γιατί πόσα τοστ να φάει πια ένας άνθρωπος και τώρα, να, έφτασε η ώρα εννιά παρά δέκα και η εορταστική διάθεση είναι στο απόγειό της, μέχρι και μάστερ σεφ μπορεί να δω

Τέλος

by Nora Watson λέμε

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: