Who Killed Μπάμπη? (Σημαντικοί Άλλοι)

“Υπάρχει ένας άλλος κόσμος, αλλά βρίσκεται μέσα σε αυτόν εδώ”

Πωλ Ελυάρ

Ο Μπάμπης είχε από μικρός ιδιαίτερη έφεση στα μαθηματικά, αλλά τον κέρδισε τελικά η γεωργία, η πόκα και η κολιτσίνα. Γέννημα θρέμμα βραχατιώτης και γιός δύο καλοσυνάτων χωρικών, ο δρόμος του Μπάμπη του Μπακουρόπουλου ήταν σχεδόν εκ γεννετής προδιαγεγραμμένος. Η αδερφή του, οκτώ χρόνια μεγαλύτερη, με μια τεράστια ελιά στο πάνω χείλος και πιο άσχημη κι από πανωσήκωμα στο Ζευγολατιό, μονοπωλούσε εξαρχής το ενδιαφέρον των γονιών του.

«Είδες τι καλά που τα καταφέρνει η Αριστούλα, Μπάμπη?», τον ρωτούσαν οι γονείς του, την ώρα που η Αριστούλα ξέρναγε φαρσί την προπαίδεια του 7, ενώ ο Μπάμπης με το ζόρι κεκέδιζε την προπαίδεια του 5. Το γεγονός ότι ο Μπάμπης ήταν στο προνήπιο και η Αριστούλα τελείωνε την έκτη, δε φαινόταν να παίζει κάποιο σημαντικό ρόλο για τους γονείς, οι οποίοι είχαν εξαρχής αποφασίσει ότι στη ζωή τους η Αριστούλα θα έπαιζε το ρόλο του Καραθεοδωρή και ο Μπάμπης της Σταχτοπούτας.

Κι όπως ξέρουμε καλά, ειδικά στην παιδική ηλικία, το κάστινγκ το αποφασίζουν δυστυχώς οι γονείς (αυτοί οι «σημαντικοί άλλοι», κατά τον Κούλεϋ), κι αν σε αυτόν τον πόλεμο ρόλων οι γονείς έχουν αποφασίσει η μεγάλη σου αδερφή να παίξει τον Κώστα Πρέκα και την Βέρα Κρούσκα ταυτόχρονα, ενώ για σένα έχουν επιφυλάξει το ρόλο της κομόντας και του Δήμου Σταρένιου, εσύ κατά πάσα πιθανότητα θα σφίξεις τα δόντια και θα παίξεις. Θα παίξεις τους ρόλους σου όσο καλύτερα μπορείς, με την ελπίδα ότι στην επόμενη διανομή θα έχεις μια καλύτερη μοίρα – δεν ελπίζεις φυσικά να κάνεις τον Πρέκα, είσαι πολύ κοντός (Ars Longa, Babis Brevis, που λέγαν κι οι Λατίνοι) κι αυτός ο ρόλος είναι άλλωστε πιασμένος – αλλά τουλάχιστον με τον καιρό μπορεί να ελπίζεις σε κάτι πιο συναρπαστικό, όπως ο ρόλος του σκρίνιου, του Βύρωνα Πάλλη, ή έστω του σερβιτόρου στη δεξίωση της Βέρμαχτ. Αλλά πάλι, όλοι ξέρουμε καλά ότι οι ρόλοι έρχονται για να μείνουν και ότι ο βασικός σκοπός του δεύτερου ρόλου είναι για να αβαντάρει τον πρώτο, κακά τα ψέματα.

Και κάπως έτσι συνέβη και με τον Μπάμπη.

Η Αριστούλα είχε κερδίσει με την ελιά της την εύνοια των γονέων, αφήνοντας τον Μπάμπη δεύτερο και καταϊδρωμένο, να λειτουργεί ως πιστός βοηθός και follower της Αριστούλας στα εκάστοτε επιτεύγματά της. Οι γονείς δεν τον άφηναν να διαβάσει – έπρεπε να κάθεται με την Αριστούλα και να την ακούει να του λέει την πατριδογνωσία, υπό τα περήφανα βλέμματα των γονέων τους – αλλά ούτε και να παίζει μπάλα. Στον ελεύθερο χρόνο του, έπρεπε να επικουρεί την Αριστούλα στην παρασκευή του φαγητού, καθώς η μαγειρική θεωρείτο τη δεκαετία του ’70 ένα από τα σημαντικότερα soft skills που κάθε γυναίκα θα έπρεπε να διαθέτει. Έτσι ο Μπάμπης αποτελούσε στην εποχή του το μοναδικό ίσως αγοράκι που τα απογεύματα δεν πήγαινε για μπάλα στην αλάνα πίσω από το Δεύτερο Γυμνάσιο Βραχατίου, γεγονός ανεπίτρεπτο για την περιοχή. Αγόρι που δε παίζει μπάλα είναι σαν κουνέλι αλλεργικό στα καρότα, έτσι μας έλεγαν στο Ζευγολατιό.

Αφήνω κατά μέρος το λεκτικό πάραδοξο της υπόθεσης, δηλαδή να σε λένε Μπάμπη και να μην παίζεις μπάλα, είναι λίγο σαν να παίζεις κρίκετ και να σε λένε Πολύκαρπο, κάπου κάτι δεν κολλάει.

Η υποχρεωτική αποχή του Μπάμπη από το ποδόσφαιρο τον κατέστησε απόλυτα αντιδημοφιλή στους συμμαθητάς του (οι άλλοι «σημαντικοί άλλοι»), που τον κοροϊδεύανε και τον πειράζανε με κακεντρεχή σχόλια, κολλώντας του μάλιστα το παρατσούκλι «ο Αριστούλος», υποννοώντας ότι ήταν δούλος της Αριστούλας, που λίγο-πολύ βεβαίως αυτό ήτανε. Ο Μπάμπης, ήδη από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, είχε ανακυρηχθεί επίσημα σε οικιακό σου-σεφ, βοηθώντας την Αριστούλα στις μαγειρικές της αναζητήσεις. Και πράγματι, η Αριστούλα το είχε πολύ με τη μαγειρική, μαστόρευε εκπληκτικούς ντολμάδες αμπελόφυλλο, με αυγολέμενο πιο πηχτό κι από κόλλα πλακιδίων, άνοιγε φύλλο-τσιγαρόχαρτο για τη σπανακόπιτα, σκάρωνε τον μπακλαβά τον παραδοσιακό με τα 60 φύλλα, αγγέλους έφτιαχναν τα παχουλά τα χεράκια της, αγγέλους τόσο νόστιμους και λαχταριστούς, που αν τους δοκίμαζε σήμερα ο Πετρετζίκης θα έσπαγε επιτόπου το βραβείο-σαλατιέρα που κέρδισε το δύο χιλιάδες δεκατέσσερο στη Λε Μοντ από τη ζήλεια του.

Και να τα «μπράβο Αριστούλα, γεια στα χέρια σου» στα οικογενειακά τραπέζια, να φωτογραφίες με την Αριστούλα μπροστά στον μπακλαβά με background την κομόντα της γιαγιάς («Κάνε πιο κει ρε Μπάμπη, μας κρύβεις την πιατέλα με τα μπαμπαδάκια»), κι ο Μπάμπης σε ρόλο Βασιλάκη Καϊλα, να φέρνει από το σκρίνιο το λικέρ πικραμύγδαλο (που έφτιαξε η Αριστούλα) και να το σερβίρει σιωπηλός σε κάτι σκαλιστά ποτηράκια, τόσο μικροσκοπικά που δεν θα τα χρησιμοποιούσε ούτε η τετράχρονη βαφτιστήρα μου για να παίξει κουζινικά, αλλά στη Βόχα αγαπητοί μου έτσι το έχουμε, όσο πιο εκλεκτόν το ποτόν, τόσο πιο μικρόν το ποτήρι.

Κι έτσι κυλούσαν τα χρόνια κι έφτασε η ώρα να δώσει η Αριστούλα πανελλήνιες, πρώτη δέσμη, για να μπει Πολυτεχνείο Ναυπηγών, καθώς ο μπαμπάς ο Στέλιος είχε ένα καϊκι δωδεκάμετρο από τον πατέρα του που σάπιζε στο καρνάγιο και τσιγγουνευόταν να το πάει για φτιάξιμο, «άστο εκεί και θα το φτιάξει η Αριστούλα με τα χεράκια της όταν έρθει η ώρα», έτσι της έλεγε ο μπαμπάς. Και διάβαζε η Αριστούλα για να μπει Ναυπηγών, και στη Χημεία ήτο καλή, στη Φυσική ανεκτή αλλά στα μαθηματικά σκράπας, την προπαίδεια του 7 και μέχρι εκεί και μη παρέκει η Αριστούλα. Ο Μπάμπης όμως εντωμεταξύ, παρότι μαθητής 4ης Δημοτικού, είχε περάσει γρήγορα από την προπαίδεια του 5 στις ανισώσεις και από εκεί  στην σταθερά του Πλάνκ κι ακόμα παραπέρα και το φύσαγε το μαθηματικό, κι ας μην του το αναγνωρίζανε ούτε οι γονείς, ούτε οι συμμαθητές, ούτε οι καθηγητές του. Όμως η Αριστούλα, που άσχημη ήτανε αλλά χαζή δεν ήτανε, έβαζε κάθε βράδυ τον Μπάμπη να της κάνει κρυφά ιδιαίτερα στα μαθηματικά, να την ξεστραβώσει. Και δώστου πράξεις, δώστου θεωρίες, δώστου ολοκληρώματα, ήρθε κι ο ολοκληρώθηκε ο κύκλος κι έδωσε η Αριστούλα τις ρημάδες τις Πανελλήνιες και αρίστευσε, αρίστευσε τρόπος του λέγειν, μπήκε ΤΕΙ Κλωστοϋφαντουργίας Αθηνών, η πρώτη γυναίκα Μπακουροπουλίνα ever που θα συνέχιζε τις σπουδές της στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Στην πραγματικότητα, ούτε κανένας άνδρας Μπακουρόπουλος κατάφερε ποτέ να συνεχίσει σπουδές μετά το Γυμνάσιο, αλλά η πληροφορία αυτή θεωρήθηκε άχρηστη, καθώς οι άνδρες έχουν άλλες χάρες, και η Αριστούλα, αν και έμοιαζε φοβερά, δεν ήτανε άνδρας.

Ο μπαμπάς Μπακουρόπουλος πούλησε το καϊκι και αγόρασε στην μονάκριβη κόρη του για δώρο Πανελληνίων ένα μικρό αυτοκινητάκι (ένα στάρλετ κυπαρισσί, με ραδιοκασετόφωνο μπλάουπουνκτ και δώρο τα σαμπ-γούφερ) και μια σίνγκερ ημιαυτόματη για να ξεκινήσει εξάσκηση. Στο πάρτι που διοργανώθηκε πριν φύγει οριστικά για Αθήνα, μαζεύτηκε το μισό Βραχάτι και σημαντικό τμήμα των βοχαϊκών χωριών για να γιορτάσουν την επιτυχία της. Κάποια στιγμή μετά το φαγητό – που είχε ετοιμάσει η Αριστούλα φυσικά – ο Μπάμπης τόλμησε να υπαινιχθεί ότι αναλογούσε και στον ίδιο ένα – έστω μικρό – μερίδιο επιτυχίας, καθώς βοήθησε την Αριστούλα σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς και ιδίως στα μαθηματικά. Περιττό να αναφέρω ότι η Αριστούλα χαμογέλασε ειρωνικά και ο μικρός Μπάμπης παραδόθηκε στο αυστηρό βλέμμα των γονέων του και από εκεί στην αμείλικτη χλεύη των χωρικών – «γεια σου ρε Μπάμπη Αϊνστάιν, τι θα κάναμε χωρίς εσένα».

Με την Αριστούλα σπουδάζουσα στο University of CLostoyfantourgy of Athens (γνωστό και ως «μικρό UCLA»), θα περίμενε κανείς ότι όλα τα φώτα της οικογένειας θα έπεφταν πλέον πάνω στον μικρό Μπάμπη. Αμ δε. Τελειώνοντας ο Μπάμπης το Δημοτικό (με άριστα), οι γονείς έκριναν ο ακαδημαϊκός κύκλος είχε κλείσει επιτυχώς για τον υιό τους, και ότι είχε έρθει η ώρα να αρχίσει να εργάζεται κι αυτός στα κτήματα, ώστε να ενισχυθεί το οικογενειακό εισόδημα και να βοηθηθεί και η Αριστούλα να ανοίξει κατάστημα κλωστικών, πλεκτών και υφασμάτων στην Κόρινθο μετά το πέρας των σπουδών της.

Και ξύπναγε από το χάραμα ο Μπάμπης και πήγαινε με τον μπαμπά του στα κτήματα, δώστου κλαδέματα, νάσου τσαπίσματα και ποτίσματα, το μεσημέρι φαϊ οικογενειακώς στο σπίτι και το απόγευμα καφενείο με τον μπαμπά, στο δεύτερο τραπέζι δίπλα στον μπουφέ, όπως μπαίνεις αριστερά στο καφενείο του Λίτσα. Στο καφενείο πάντως, ενώ ο μπάρμπα-Στέλιος συζητούσε με τους συγχωριανούς για πολιτική και ποδόσφαιρο – αυτό το υπέροχο σπορ που ο μικρός τόσο στερήθηκε με αποτέλεσμα να μην το αγαπήσει ποτέ – ο Μπάμπης από την πλευρά του καθόταν αμίλητος με μια τράπουλα και μια γκαζόζα, παραδομένος στον δικό του μαγικό κόσμο των μπαλαντέρ, των βαλέδων, των μαθηματικών, της μοναξιάς και της μπουρμπουλήθρας.

Ένα απόγευμα, ο μπαρμπα-Στέλιος τον άφησε να παίξει με τους μεγάλους πόκα, όπου ο μικρός Μπάμπης τους τα μάγκωσε κανονικά και με τον νόμο, «η τύχη του πρωτάρη» λέγανε οι χωριανοί, «δε ντρέπεσαι να δαγκώνεις τον πατέρα σου ρε κωλόπαιδο» φώναζε ο μπαρμπα Στέλιος, «είναι μικρός και τον αφήνουν να κερδάει» μουρμούρισε ο μπουφετζής, αλλά ό,τι και να λέγανε, εκείνο το απόγευμα ο Μπάμπης έφυγε από τον καφενέ για πρώτη φορά με το κεφάλι ψηλά, με τετρακόσιες δραχμάς παντελονάτες – μια λεία σημαντική από σημαντικούς και ασήμαντους άλλους – και με τον ρόλο της Ρένας Βλαχοπούλου στην τσέπη, κι ας μην είχε ούτε τη υποστήριξη του σκηνοθέτη, ούτε την ευφράδεια, ούτε το απολυτήριο, ούτε καν την ελιά.

Υ.Γ.1. Η ζωγραφιά: Αριστούλα και Μπάμπης. Πενάκι, παστέλ ακρυλικά, στο τετράδιο της Φλωρεντίας. Δια χειρός του εριτίμου και προσφάτως εορτάζοντος Βασιλείου Γιοκουσκουμτζόγλου.

Υ.Γ. 2. Μουσική Υπόκρουσις: Χατζηφραγκέτα – Το Χαρτόμουτρο

10 thoughts on “Who Killed Μπάμπη? (Σημαντικοί Άλλοι)

Add yours

  1. Εμείς το λέγαμε μπλάουπάνκ.Ένεκα της μουσικής που γουστάραμε.
    Για τσίπουρα στου θείου Λίτσα.

    Liked by 1 person

  2. Γιώργο είναι ωραία τα διηγήματα σου αλλά έχουν ένα πρόβλημα. Πονάει το στομάχι σου απ’ τα γέλια

    Liked by 1 person

    1. Μακάρι, Σοφία μου γλυκιά ! Αν και είμαι τόσο ανοργάνωτος, που το βλέπω πιο σκούρο κι από τον Μαμούν, Σάββατο βράδυ στην ιχθυόσκαλα στο Πέραμα. 😀

      Like

Leave a comment

Blog at WordPress.com.

Up ↑