Sinking in the Rain

“But I believe in this

And it’s been tested by research,

That he who fucks nuns

Will later join the church”

The Clash – Death or Glory

Πέφτει η βροχή και καθαρίζει τα πάντα, γλυκιά, ονειρική, πουτάνα βροχή, κανένα σημάδι, κανένα ίχνος, καμιά ενοχή, μονάχα αγνή, καθαρή, ανεπιτήδευτη ηλιθιότητα.

Δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο, αραχνιάσαμε εδώ, σε αυτό το έρημο μέρος, τόσος θόρυβος, τόσες μουσικές, τόσος κόσμος – “που πάτε ρε, 200,000 άνθρωποι μοναχοί σας;” – βάλε παπούτσια και φύγαμε, άντε να δούμε.

Οι επιθυμητοί επισκέπτες έρχονται τη νύχτα, κυρίως τη νύχτα, χωρίς φώτα, κερί και λιβάνι, το χέρι χαμηλά, εικόνες, ιδρώτας, ασβέστης.

«-Θείε Φέστερ, γιατί γυαλίζει η καράφλα σου?

-Κάνε δουλειά σου, μαλακισμένο.»

Προσπαθείς να τα βάλεις όλα σε μια σειρά, στην αλληλουχία, στο κουτάκι τους, κάνε λίγο χώρο στο όνειρο ρε μαλάκα, στριμωχτήκαμε εδώ μέσα. Νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα, διάβασε λίγο, έτσι για αλλαγή, ξεστραβώσου, ξεσκόνισε λίγο τα εγγλέζικα, τι σε στέλναμε στην καριόλα την μίσες Τίφανυ τόσα χρόνια?

If God had wanted to put everything into the universe from the beginning, He would have created a universe without change, without organisms and evolution, and without man and man’s experience of change. But He seems to have thought that a live universe with events unexpected even by Himself would be more interesting than a dead one.” *

Πάμε πιο πίσω. Είχαμε κάτσει που λες, απόγευμα Αυγούστου στην παραλία και παίζαμε πάλι οι πέντε μας αυτό το παράξενο παιχνίδι. Ο μεγαλύτερος, 20 χρονών. Οι παραισθήσεις το καλοκαίρι έχουν άλλη γεύση – όλοι το ξέρουν αυτό – φυσάει η όστρια κι ανακατεύονται σώματα, όνειρα, σκέψεις, ουσίες, όλα μαζί στο μπλέντερ. Εσύ να τρέχεις ξυπόλυτη, ένα σύννεφο άμμου ξοπίσω σου, αιώρα, άρωμα λεβάντας, βασιλικός στο μπαλκόνι, home by the sea.

Κάποιος παίζει μουσική, πάντα κάποιος παίζει μουσική, στο κεφάλι σου ή αλλού, γνωστή μελωδία, ψιθυρίζεις, σιγοτραγουδάς, μ’ αγκαλιάζεις σφιχτά, γελάνε τα μάτια σου. Βρεγμένη παντού. Αλμυρές σταγόνες απ’ το κορμί σου, ψάχνω το σώμα αλλά η ψυχή πουθενά, δεν είναι δυνατόν, κάπου εδώ θα την άφησες, μπα, ιδέα μου.

Τη νύχτα αργά, ανάψαμε ένα τσιγάρο και κοιτούσαμε τα αστέρια.

Θεία, βολική σιωπή.

Ήχος της θάλασσας και της κάφτρας.

Μυρωδιά από τηγανητές αναμνήσεις και σταγόνες βροχής στο εξώστεγο.

Όνειρο φθινοπωρινής νυκτός.

* Απόσπασμα από Karl Popper

** Μουσική Υπόκρουσις: Waterboys – Don’t Bang the Drum

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

Blog at WordPress.com.

Up ↑

%d bloggers like this: